- παρεπιγραφή
- παρεπιγραφήsomething written in the marginfem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
παρεπιγραφή — ἡ, ΜΑ [παρεπιγράφω] μσν. ρητορικό σχήμα κατά το οποίο παρεμβάλλεται κάτι εν παρόδω, παρεμπιπτόντως αρχ. αυτό που γράφεται ως προσθήκη στα πλάγια, στο περιθώριο 2. (ειδ.) σκηνική οδηγία στο περιθώριο χειρογράφου κάποιου δράματος … Dictionary of Greek
παρεπιγραφαί — παρεπιγραφή something written in the margin fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρεπιγραφήν — παρεπιγραφή something written in the margin fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)